Home -- Greek -- Perform a PLAY -- 044 (The witch doctor rants 3)
44. Ο μάγος της φυλής θυμώνει 3
Tι Φαμ: «Μητέρα, άρχισε να βρέχει!»
Mητέρα: «Αυτό είναι υπέροχο, Τι Φαμ, επειδή η βροχή ξεπλένει την σκόνη».
Tι Φαμ: «Δεν είδαμε τον Βίκτωρα. Λες να έχει πεθάνει;»
Mητέρα: «Δεν το νομίζω».
Tι Φαμ: «Αλλά ο πατέρας είπε ότι τα κακά πνεύματα θα τον σκοτώσουν, επειδή μιλάει συνέχεια για τον Χριστό».
Mητέρα: «Πιστεύω ότι ο αληθινός Θεός είναι πιο δυνατός. Αχ, το πόδι μου».
Η μητέρα της Τι Φαμ είχε γλυστρίσει και είχε χτυπήσει το πόδι της. Πώς θα μπορούσε τώρα να περπατήσει για να πάει στο σπίτι της; Καθώς η βροχή δυνάμωνε, εκείνες πήγαν στο σπίτι του Βίκτωρα και χτύπησαν την πόρτα του. Και ποιος λέτε ότι άνοιξε; Ο Βίκτωρ! Ήταν ζωντανός.
Βίκτωρ: «Έλα μέσα, να στεγνώσεις δίπλα στην φωτιά».
Καθώς πήραν μέσα την μητέρα της για να της φροντίσουν το πόδι, η Τι Φαμ είπε:
Tι Φαμ: «Να ξέρεις ότι θα πεθάνεις. Ο πατέρας μου σε καταράστηκε. Φοβάμαι πολύ για σένα! Δεν πρέπει να μείνεις άλλο εδώ».
Βίκτωρ: «Δεν χρειάζεται να φοβάσαι. Το ξόρκι δεν μπορεί να μου κάνει κακό, επειδή ο Χριστός είναι ο Κύριός μου. Εκείνος είναι αληθινός Θεός και θα με προστατέψει».
Mητέρα: «Βίκτωρα, σε άκουσα στο παζάρι. Πίστεψα ότι έλεγες την αλήθεια, πίστεψα στον Χριστό και από τότε έχω ειρήνη μέσα στην καρδιά μου».
Η συζήτηση με τον Βίκτωρα έκανε καλό στη μαμά της, αλλά η Τι Φαμ φοβόταν ακόμα τον πατέρα της. Αν άκουγε τι είχε γίνει… Κουρασμένες από το περπάτημα, έφτασαν στο σπίτι. Ο καιρός είχε χαλάσει ακόμα πιο πολύ. Έβρεχε συνέχεια και με τόση δύναμη, που το ποτάμι είχε φουσκώσει και είχε πλημμυρίσει όλους τους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να περπατήσει έξω για μέρες. (Χτύπημα στην πόρτα)
Tι Φαμ: «Ποιος είναι;» (Ήχος πόρτας που ανοίγει)
Oρεστίλ: «Βίκτωρ, τι θέλεις εδώ;»
Βίκτωρ: «Έγινε μια κατολίσθηση. Η πολλή βροχή έκανε πέτρες και βράχια να πέσουν από την κορυφή του βουνού και τώρα κατρακυλούν προς τα εδώ. Αν δεν φύγετε αμέσως από το σπίτι σας θα σας θάψει η λάσπη».
Oρεστίλ: «Αυτό δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Θα μείνουμε εδώ. Τα πνεύματα θα μας προστατέψουν».
Βίκτωρ: «Δεν μπορούν να σε προστατέψουν. Μόνο ο αληθινός Θεός μπορεί να σε βοηθήσει αν πιστέψεις σ’ Αυτόν».
Oρεστίλ: «Δεν μπορώ να τα ακούω αυτά. Φύγε! Βγες έξω από το σπίτι μου».
Πριν φύγει ο Βίκτωρ, έδωσε κουράγιο στην κυρία Ορεστίλ.
Βίκτωρ: «Κυρία Ορεστίλ, μην φοβάστε. Ο Θεός είναι μαζί σας».
Μόλις βγήκε ο Βίκτωρας από την πόρτα, ο Ορεστίλ πήρε ένα μεγάλο μαχαίρι και βγήκε έξω από την πόρτα θυμωμένος.
Tι Φαμ: «Πατέρα, σταμάτα, μην το κάνεις!»
Η συνέχεια της ιστορίας μας την επόμενη φορά.
Άνθρωποι: Αφηγητής, Μητέρα, Τι Φαμ, Βίκτωρ, Ορεστίλ
© Copyright: CEF Germany